Παράδοση-πολιτισμός,  Τέχνη

Βασίλης Λογοθετίδης: Ο ήρωας με παντούφλες που δεν έφυγε ποτέ από τις καρδιές μας

Reading Time: 3 minutes

Ο Βασίλης Λογοθετίδης, ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, άφησε ανεξίτηλο αποτύπωμα με την ευαισθησία, το χιούμορ και την ανθρωπιά του. Ένας ήρωας της καθημερινότητας που ακόμα συγκινεί.

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που δεν χρειάζονται φώτα, τίτλους ή μεγάλες δηλώσεις για να μείνουν αλησμόνητοι. Αρκεί μια σκηνή, μια στρογγυλή φράση, ένα βλέμμα γεμάτο ανθρωπιά. Ο Βασίλης Λογοθετίδης υπήρξε ένας τέτοιος άνθρωπος. Ήσυχος, ευγενικός, αλλά ταυτόχρονα γίγαντας της υποκριτικής και φάρος για το ελληνικό θέατρο και κινηματογράφο.

Γεννημένος το 1898 στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης και μεγαλωμένος στην Πόλη, τελείωσε το Ζωγράφειο Γυμνάσιο και από το 1918 ρίζωσε στην Αθήνα, φέρνοντας μαζί του τη νοσταλγία της Ανατολής και το πάθος του Δυτικού θεάτρου. Το 1919 κάνει το πρώτο του βήμα στο σανίδι με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη και από τότε η ιστορία του ελληνικού θεάτρου θα άλλαζε για πάντα.

Ο Λογοθετίδης δεν έπαιζε απλώς ρόλους. Τους ζούσε. Έκανε τον θεατή να βλέπει τον εαυτό του στη σκηνή. Ήταν ο “Φαταούλας”, ο “ήρωας με παντούφλες”, ο “βλάκας και μισός” που όμως έκρυβε τη σοφία του απλού ανθρώπου. Ένας ήρωας της καθημερινότητας, γεμάτος ευαισθησία, αφέλεια και τρυφερότητα. Οι ρόλοι του ήταν το αντίδοτο στη μιζέρια, το χαμόγελο μέσα στη σκοτεινιά, ο καθρέφτης ενός λαού που έψαχνε να γελάσει με την ψυχή του.

Ακόμα και στον κινηματογράφο —αν και συμμετείχε μόνο σε 12 ταινίες— άφησε ανεξίτηλο στίγμα. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την ερμηνεία του στην “Κάλπικη Λίρα”; Τόσο διακριτική, τόσο αληθινή, τόσο βαθιά ανθρώπινη. Δεν χρειαζόταν φανφάρες. Η σιωπή του μιλούσε πιο δυνατά απ’ όλες τις ατάκες.

Παρά την αναγνώριση, έζησε λιτά. Δεν απέκτησε παιδιά, αλλά άφησε πίσω του μια ολόκληρη γενιά ηθοποιών και θεατών που τον θεωρούν δικό τους άνθρωπο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε με την αγαπημένη του Ίλια Λιβυκού. Παρά τα προβλήματα υγείας, δεν σταμάτησε να εργάζεται. Έφυγε από ανακοπή καρδιάς τον Φεβρουάριο του 1960. Η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη και περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι τον συνόδευσαν στο τελευταίο αντίο. Αυτό τα λέει όλα.

Τον τίμησαν οι πόλεις, οι βασιλείς και οι θεσμοί, αλλά η μεγαλύτερη τιμή του ήταν το βλέμμα του απλού θεατή που έλεγε “μα αυτός είμαι εγώ”. Γιατί ο Βασίλης Λογοθετίδης κατάφερε κάτι σπάνιο: να γεφυρώσει το θέατρο με τη ζωή. Να μας δείξει ότι πίσω από κάθε φάρσα υπάρχει αλήθεια, και πίσω από κάθε αλήθεια μπορεί να κρύβεται ένα χαμόγελο.

Και τελικά, αυτό ήταν το δώρο του: μας έμαθε να γελάμε με τον εαυτό μας, χωρίς να ντρεπόμαστε. Και αυτό δεν ξεχνιέται.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *