Εσωτερική αναζήτηση,  Ιστορία-Πολιτική,  Κοινωνία-Νέα Γενιά

Πόντος: Η Σιωπηλή Κραυγή μιας Γενοκτονίας. Όταν η Ιστορία Φωνάζει μέσα στη Σιωπή

Reading Time: 10 minutes

Στον αιματοβαμμένο χάρτη της ιστορίας του 20ού αιώνα, η Γενοκτονία των Ποντίων στέκει ως μια ανοιχτή πληγή που ακόμη ζητά δικαίωση. Στις παγωμένες σκιές των χρόνων 1914–1923, εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες του Πόντου ξεριζώθηκαν, σφαγιάστηκαν και οδηγήθηκαν στον όλεθρο από το μίσος ενός ανάλγητου καθεστώτος. Η γενοκτονία τους, μια πράξη οργανωμένης εξόντωσης και πολιτιστικού αφανισμού, συνεχίζει να παραμένει στη σκιά της διεθνούς αδιαφορίας και της ιστορικής αδικίας.

Η 19η Μαΐου δεν είναι μια απλή ημερομηνία στη συλλογική μνήμη του ελληνισμού. Είναι η κραυγή εκείνων που δεν μπόρεσαν να μιλήσουν, είναι το δάκρυ των παιδιών που δεν μεγάλωσαν, είναι το αίμα που πότισε τη γη του Πόντου. Είναι το “Γιατί;” που αιωρείται αδικαίωτο εδώ και πάνω από έναν αιώνα.

Την 19η Μαΐου δεν αποτίνουμε μόνο τιμή στους νεκρούς. Σηκώνουμε το βάρος της μνήμης τους απέναντι στην υποκρισία της λήθης και στην ατιμωρησία των θυτών. Γιατί καμία γενοκτονία δεν πρέπει να μένει ανομολόγητη και κανένας λαός να μη γίνεται θύμα της λήθης.

Ο Πόντος μας καλεί. Να θυμηθούμε, να μαρτυρήσουμε, να απαιτήσουμε.

Ιστορικό Πλαίσιο

Η παρουσία των Ελλήνων στον Πόντο χάνεται στα βάθη της αρχαιότητας, ήδη από τον 8ο αιώνα π.Χ., όταν Μιλήσιοι άποικοι ίδρυσαν αποικίες όπως η Σινώπη, η Τραπεζούντα και η Αμισός. Ο ελληνισμός του Πόντου διατήρησε επί αιώνες την πολιτιστική και θρησκευτική του ταυτότητα, ακόμη και κατά τους δύσκολους χρόνους της Ρωμαϊκής και αργότερα της Οθωμανικής κυριαρχίας. Η περιοχή αναδείχθηκε σε κέντρο εμπορίου, γραμμάτων και Ορθοδοξίας, με εμβληματικά ιδρύματα όπως η Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά.

Με την άνοδο του κινήματος των Νεότουρκων στις αρχές του 20ού αιώνα, το όραμα για μία “καθαρά τουρκική” αυτοκρατορία οδήγησε σε στοχευμένες διώξεις κατά των χριστιανικών πληθυσμών —Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων. Ο Ποντιακός Ελληνισμός, αν και απομακρυσμένος από τα μεγάλα διοικητικά κέντρα, δεν γλίτωσε από το μένος. Από το 1914, με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ξεκίνησε μια συστηματική επιχείρηση αφανισμού. Οι άνδρες ηλικίας 18-45 ετών στρατολογούνταν σε τάγματα εργασίας (τουρκικά: Amele Taburları‎‎, αρμενικά: ատանքային բատալիոն, συχνά αναφερόμενα στην ελληνική βιβλιογραφία ως αμελέ ταμπουρού), όπου πέθαιναν από κακουχίες, ενώ τα χωριά ερημώνονταν και οι άμαχοι εκτοπίζονταν με βίαιες πορείες μέσα σε αφιλόξενα τοπία.

Τάγματα εργασίας (Amele Taburları,αρμενικά: ատանքային բատալիոն)

Η ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν έφερε τη λύτρωση. Με την επικράτηση του Μουσταφά Κεμάλ το 1919, οι διώξεις κορυφώθηκαν. Οι οργανωμένες σφαγές, οι καταστροφές εκκλησιών και μοναστηριών, οι βιασμοί και οι μαζικές εκτοπίσεις αποτελούσαν μέρος ενός σαφούς σχεδίου εξόντωσης. Ολόκληρες κοινότητες, όπως στη Σάντα, στην Κρώμνη και στην Αργυρούπολη, αφανίστηκαν.

Σύμφωνα με ιστορικές εκτιμήσεις, έως και 353.000 Πόντιοι Έλληνες βρήκαν τραγικό θάνατο. Εκείνοι που κατόρθωσαν να σωθούν είτε κατέφυγαν σε ασφαλέστερες περιοχές του Καυκάσου και της Ρωσίας είτε συμμετείχαν στην ανταλλαγή πληθυσμών που καθιερώθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάννης το 1923. Με την προσφυγιά τους μετέφεραν στην Ελλάδα τον πολιτισμό, τη γλώσσα, τη μουσική και τις παραδόσεις του Πόντου, εμπλουτίζοντας τον εθνικό κορμό με ένα πολύτιμο κομμάτι της ελληνικής κληρονομιάς.

Η γενοκτονία των Ποντίων αποτελεί, μαζί με εκείνες των Αρμενίων και των Ασσυρίων, μέρος του ευρύτερου σχεδίου “εκκαθάρισης” της Ανατολής από τις χριστιανικές κοινότητες. Παρά τα αδιαμφισβήτητα ιστορικά τεκμήρια και τις μαρτυρίες, μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει διεθνής αναγνώριση σε επίπεδο ΟΗΕ, ενώ η Τουρκία αρνείται επίμονα τη χρήση του όρου “γενοκτονία”.

Τα Σιωπηλά Διπλωματικά Τεκμήρια της Γενοκτονίας

Μέσα από τις στάχτες της ιστορίας αναδύονται μαρτυρίες που δεν αφήνουν περιθώρια λησμονιάς. Ανάμεσα στις πιο σπαρακτικές, το έγγραφο των Γερμανών διπλωματών προς το Βερολίνο, ημερομηνίας 12 Μαΐου 1918, αποκαλύπτει το μέγεθος της τραγωδίας: «μέχρι το τέλος του 1917 περισσότεροι από 200.000 Έλληνες είχαν καταταγεί, ηλικίας 15 έως 48 ετών. Πολλοί από αυτούς πέθαναν από την κακομεταχείριση, τις ασθένειες, την πείνα και το κρύο». Δεν πρόκειται για απλές λέξεις· πρόκειται για κραυγές ανθρώπων που έσβησαν μακριά από την πατρίδα τους, σε πορείες θανάτου που προορίζονταν να μην έχουν επιστροφή.

Την ίδια αιματοβαμμένη αλήθεια αποτυπώνει και ο Γερμανός πρόξενος Μ. Κουκχοφ στο τηλεγράφημά του από τη Σαμψούντα (16 Ιουλίου 1916), γράφοντας ότι: «Ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσμός της Σινώπης και της παράκτιας περιοχής του καζά του Κασταμόνου έχει εξοριστεί (…) Στα τουρκικά, οι όροι ‘εξορία’ και ‘εξόντωση’ έχουν την ίδια σημασία, διότι στις περισσότερες περιπτώσεις όσοι δεν σκοτώνονται, πέφτουν θύματα ασθενειών ή λιμού». Λόγια που βαραίνουν τη συνείδηση της ανθρωπότητας σαν μαύρη θύμηση.

Ο Βρετανός διπλωμάτης George W. Rendel συμπληρώνει το παζλ του ολέθρου, σημειώνοντας πως έως το 1918 «πάνω από 500.000 Έλληνες είχαν εκτοπιστεί, από τους οποίους ελάχιστοι επέζησαν». Αυτά τα ντοκουμέντα, αυτά τα σπαράγματα αλήθειας, αρνούνται να σβήσουν στο πέρασμα του χρόνου.

Οι φωνές όσων χάθηκαν δεν ζητούν εκδίκηση· ζητούν δικαίωση. Και κάθε λέξη που σώζεται, κάθε έγγραφο που βγαίνει στο φως, υψώνεται σαν μνημείο αλήθειας ενάντια στην απέραντη λήθη.

Διεθνής Αναγνώριση: Μια Μάχη για τη Μνήμη και τη Δικαιοσύνη

Παρά το βάρος των ιστορικών τεκμηρίων, τις συγκλονιστικές μαρτυρίες των επιζώντων και τη σαφή στοχοποίηση του ποντιακού ελληνισμού από το οθωμανικό και κεμαλικό καθεστώς, η Γενοκτονία των Ποντίων δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί επίσημα σε διεθνές επίπεδο από οργανισμούς όπως ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών ή η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Τουρκία, συνεχίζοντας μια πολιτική άρνησης και αναθεωρητισμού, απορρίπτει συστηματικά τον όρο “γενοκτονία” για τις θηριωδίες κατά των Ποντίων, όπως και για εκείνες κατά των Αρμενίων και των Ασσυρίων. Μέσω διπλωματικών πιέσεων και γεωπολιτικών συμφερόντων, έχει καταφέρει να αποτρέψει έως σήμερα την πλήρη διεθνή αναγνώριση αυτών των εγκλημάτων.

Παρόλα αυτά, η προσπάθεια για αναγνώριση παραμένει ζωντανή και επίμονη. Ήδη από τη δεκαετία του 1990, ξεκίνησαν σημαντικές πρωτοβουλίες σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο:

  • Στην Ελλάδα, το 1994 η Βουλή των Ελλήνων αναγνώρισε επίσημα τη Γενοκτονία των Ποντίων και καθιέρωσε την 19η Μαΐου ως Ημέρα Εθνικής Μνήμης.
  • Στη Σουηδία, το 2010 το κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Ποντίων, μαζί με εκείνες των Αρμενίων και των Ασσυρίων.
  • Στη Δημοκρατία της Αρμενίας, η Γενοκτονία των Ποντίων αναγνωρίζεται ως αδελφό γεγονός με εκείνο του αρμενικού λαού.
  • Στην Αυστραλία, αρκετές πολιτείες όπως η Νέα Νότια Ουαλία και η Νότια Αυστραλία έχουν εκδώσει ψηφίσματα αναγνώρισης της γενοκτονίας.
  • Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ορισμένες πολιτείες όπως η Νέα Υόρκη και το Νιου Τζέρσεϋ έχουν προχωρήσει σε σχετικές αναγνωρίσεις μέσω τοπικών ψηφισμάτων.

Πέραν αυτών, ποντιακές οργανώσεις, ερευνητικά ιδρύματα και ακτιβιστές ανά τον κόσμο εργάζονται αδιάκοπα για την προώθηση της ιστορικής αλήθειας και τη διάδοση της γνώσης γύρω από το έγκλημα αυτό.

Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων δεν είναι μια απλή τυπική δικαίωση του παρελθόντος. Είναι πράξη αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας και πρόληψης μελλοντικών εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Σε έναν κόσμο όπου οι γενοκτονίες συχνά αγνοούνται ή λησμονούνται, η επιμονή στη μνήμη αποτελεί ηθική υποχρέωση.

Όπως κάθε γενοκτονία, έτσι και η γενοκτονία των Ποντίων απαιτεί να ειπωθεί, να καταγραφεί και να αναγνωριστεί. Για να πάψει η σιωπή να γίνεται συγκάλυψη. Για να μην νικήσει η λήθη.

Τα Διπλωματικα Τειχη και οι Σκιές που Σκεπάζουν τη Διεθνή Αναγνώριση

Παρά το δίκαιο του αιτήματος για διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων, η διαδικασία προσκρούει σε πλήθος πολιτικών και διπλωματικών εμποδίων.

Πρωτίστως, η γεωπολιτική ισχύς της Τουρκίας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Ως μέλος του ΝΑΤΟ, βασικός σύμμαχος για τη Δύση σε θέματα Μέσης Ανατολής και Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και ως αγορά στρατηγικής σημασίας, η Τουρκία ασκεί ισχυρές πιέσεις ώστε να αποτρέψει κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς από την επίσημη χρήση του όρου “γενοκτονία”. Οποιαδήποτε τέτοια αναγνώριση θεωρείται από την Άγκυρα ως «εχθρική ενέργεια» και συνοδεύεται συνήθως από απειλές για διπλωματικά αντίποινα.

Δεύτερον, πολλοί διεθνείς οργανισμοί, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, τηρούν μια στάση ουδετερότητας ή περιορίζονται σε γενικόλογες αναφορές σε “τραγωδίες” και “εγκλήματα πολέμου”, αποφεύγοντας την επίσημη νομική αναγνώριση που συνεπάγεται συγκεκριμένες υποχρεώσεις και καταδίκες.

Επιπλέον, η έλλειψη συντονισμένης διεθνούς καμπάνιας από τον ίδιο τον ελληνισμό, καθώς και η εστίαση της διεθνούς κοινής γνώμης κυρίως στη Γενοκτονία των Αρμενίων, έχουν περιθωριοποιήσει σε κάποιο βαθμό τη γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού στην παγκόσμια ιστορική συνείδηση.

Άλλο ένα σοβαρό εμπόδιο είναι η απουσία ενοποιημένης αφήγησης. Αν και υπάρχουν εκατοντάδες αδιάψευστες μαρτυρίες, έγγραφα και ιστορικές μελέτες, η γενοκτονία των Ποντίων δεν έχει τύχει της συστηματικής διεθνοποίησης μέσα από μεγάλες εκστρατείες ενημέρωσης, όπως συνέβη για παράδειγμα με τη γενοκτονία των Αρμενίων.

Τέλος, η σύγχρονη τάση για ιστορικό αναθεωρητισμό και η πολιτικοποίηση της ιστορικής μνήμης σε πολλές χώρες δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο την απόδοση δικαιοσύνης, ειδικά όταν η αναγνώριση συγκρούεται με τα τρέχοντα συμφέροντα των κρατών.

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ποντίων δεν είναι μόνο θέμα εθνικής τιμής για τον ελληνισμό. Είναι πράξη υπεράσπισης της αλήθειας έναντι της λήθης και της παραχάραξης. Και όπως όλες οι μάχες που αξίζουν, απαιτεί επιμονή, ενότητα και πίστη στο δίκαιο του αγώνα.

Η Μνήμη ως Χρέος και Αντίσταση στη Λήθη

Η μνήμη των θυμάτων της γενοκτονίας των Ποντίων δεν είναι απλώς ένα κεφάλαιο του παρελθόντος. Είναι ένα αδιαπραγμάτευτο χρέος ζωής, μια φλόγα που πρέπει να μένει άσβεστη, κόντρα στους ανέμους της λήθης και της σκόπιμης σιωπής.

Να θυμόμαστε σημαίνει να στεκόμαστε όρθιοι απέναντι στην αδικία. Να αρνούμαστε τη βολική αμνησία που επιβάλλουν οι ισχυροί της ιστορίας. Να αναμετριόμαστε με το καθήκον που μας κληροδότησαν εκείνοι που εξοντώθηκαν, διωγμένοι από τις πατρογονικές τους εστίες, σφαγιασμένοι για την ταυτότητά τους, αφανισμένοι γιατί τόλμησαν να υπάρξουν.

Η 19η Μαΐου δεν είναι απλά ένα μνημόσυνο. Είναι μια πράξη αντίστασης. Κάθε χρόνο, το αίμα των αθώων φωνάζει από τα βάθη του χρόνου, απαιτώντας από εμάς να μη συμβιβαστούμε με τη λήθη, να μη λησμονήσουμε το τίμημα της ύπαρξής τους.

Η αναγνώριση της γενοκτονίας δεν αφορά μόνο τους Πόντιους. Είναι υπόθεση όλων των ανθρώπων που πιστεύουν ότι η αλήθεια δεν πρέπει να διαπραγματεύεται και ότι η ατιμωρησία ανοίγει τον δρόμο για νέες θηριωδίες. Η σιωπή μπροστά σε ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας δεν είναι ουδετερότητα· είναι συνενοχή.

Σε έναν κόσμο που συχνά καταπνίγει τις φωνές των αδυνάτων, η δική μας φωνή πρέπει να υψώνεται. Γιατί όσο υπάρχει έστω κι ένας που θυμάται, οι δολοφόνοι δεν θα κερδίσουν ολοκληρωτικά.

Η μνήμη είναι το τελευταίο οχυρό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Κι αυτό το οχυρό, έχουμε χρέος να το υπερασπιστούμε.

Επίλογος

“Η Μνήμη μας το Όπλο, η Δικαιοσύνη το Χρέος”

Δεν θα σωπάσουμε.
Δεν θα ξεχάσουμε.

Η γενοκτονία των Ποντίων δεν είναι ένα θλιβερό κεφάλαιο της ιστορίας· είναι μια κραυγή που διαπερνά αιώνες και σύνορα. Όσο ο κόσμος προσποιείται ότι δεν βλέπει, όσο οι ισχυροί κλείνουν τα αυτιά τους στις αλήθειες των αδυνάτων, εμείς θα υψώνουμε τη φωνή μας ακόμη πιο δυνατά.

Για κάθε παιδί που έσβησε στα ορεινά περάσματα της Μαύρης Θάλασσας.
Για κάθε γυναίκα που μαρτύρησε.
Για κάθε χωριό που χάθηκε από τον χάρτη αλλά ζει στις καρδιές μας.

Η σιωπή δεν είναι ειρήνη. Είναι συνενοχή.
Η λήθη δεν είναι γιατρειά. Είναι δεύτερος θάνατος.

Η δικαίωση των αδικοχαμένων δεν χαρίζεται. Κερδίζεται με αγώνα, με επιμονή, με ανυποχώρητη πίστη στη δύναμη της ιστορικής αλήθειας. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, οφείλουμε να θυμόμαστε και να απαιτούμε. Να κρατάμε ζωντανή τη φλόγα της μνήμης, να την κάνουμε πυρσό που θα φωτίζει τα βήματα της δικαιοσύνης.

Γιατί χωρίς δικαιοσύνη, η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Κι εμείς, με τη μνήμη ως όπλο, στεκόμαστε φρουροί — άγρυπνοι, ανυποχώρητοι, αμετανόητοι υπερασπιστές όσων χάθηκαν άδικα.

Η 19η Μαΐου δεν είναι μόνο μνημόσυνο. Είναι όρκος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *